Δευτέρα 12 Αυγούστου 2019

ΤΡΙΓΩΝΟΜΕΤΡΙΚΑ ΣΗΜΕΙΑ, τα περίεργα κολωνάκια στον Όλυμπο



Τι είναι αυτά τα τσιμεντένια κολωνάκια που βλέπουμε στις κορυφές του Ολύμπου? Ποιά είναι η χρησιμότητά τους? Τα έβαλαν για τους ορειβάτες? Δεν υπάρχει περίπτωση να έχετε περπατήσει στον Όλυμπο και να μην συναντήσετε ένα από αυτά τα "μαγικά" κολωνάκια, για τα οποία ιδρώνουμε, κουραζόμαστε, αφυδατονόμαστε για να τα φτάσουμε και να τα ακουμπήσουμε. Ας δούμε τι λέγεται για αυτά στο διαδίκτυο......

Σε αρκετές κορυφές των βουνών της Ελλάδος, υπάρχουν τσιμεντένια βάθρα, ύψους συνήθως από 1 έως 1.20 μέτρα, τα οποία συναντούν συχνά οι επίδοξοι ορειβάτες. Έχουν σχήμα είτε κυκλικό είτε  τετράγωνο και επάνω τους (αν δεν έχουν καταστραφεί ή βανδαλιστεί) υπάρχει μια μεταλλική πλακέτα. Οι κατασκευές αυτές ονομάζονται Τριγωνομετρικά Σημεία, τα έχει φτιάξει η Γεωγραφική Υπηρεσία Στρατού (Γ.Υ.Σ.) και η μεταλλική πλακέτα αναγράφει:

  •  το όνομα της υπηρεσίας (Γεωγραφική Υπηρεσία Στρατού), 
  •  τον τίτλο: ΤΡΙΓΩΝΟΜΕΤΡΙΚΟΝ ΔΙΚΤΥΟΝ και 
  • την χρονιά κατασκευής


Τα βάθρα αυτά βοηθούν στην υλοποίηση του εκάστοτε Ελληνικού Γεωδαιτικού Συστήματος Αναφοράς και είναι πολύ σημαντικά για Τοπογραφικές εργασίες δεδομένου ότι αποτελούν σημεία εξάρτησης και ελέγχου. Ονομάζονται τριγωνομετρικά σημεία διότι για να βρεθούν οι συντεταγμένες στους στον χώρο χρησιμοποιούνται μέθοδοι τριγωνομετρίας. 

Ως γεωδαιτικό σημείο χαρακτηρίζεται τοπικό σημείο στην επιφάνεια της Γης που έχει προσδιοριστεί γεωδαιτικά με γνωστές τις γεωδαιτικές του συντεταγμένες. Εκ του γεγονότος ότι ο προσδιορισμός τέτοιων σημείων γίνεται με τριγωνισμούς συχνά αναφέρονται και τριγωνομετρικά σημεία. Τα γεωδαιτικά σημεία στην Ελλάδα σημαίνονται με βάθρα ή μικρούς κίονες διαμέτρου 20-30 εκατοστών και ύψους περίπου το ένα μέτρο. Την επιμέλεια αυτών έχει η Γεωγραφική Υπηρεσία Στρατού. Για όλες τις τοπογραφικές εργασίες απαιτούνται σταθερά σημεία πάνω στο έδαφος, που αποτελούν τη βάση αναφοράς τους. Λέγοντας τοπογραφικές εργασίες εννοούμε:
  •  Μελέτες Τοπογραφικές, Συγκοινωνιακές, Υδραυλικές
  •  Τριγωνισμοί - συνορθώσεις δικτύων
  •  Χαράξεις οριζοντιογραφικές - υψομετρικές
  •  Σταδιακές αποτυπώσεις χωματουργικών εργασιών
  •  Επιμετρήσεις - εμβαδομετρήσεις – ογκομετρήσεις
  •  Δίκτυα οριζοντιογραφικού και υψομετρικού ελέγχου
  •  Τοπογραφικές αποτυπώσεις οικοπέδων ή αγροτεμαχίων
  •  Έλεγχος αρτιότητας και οικοδομησιμότητας οικοπέδων ή αγροτεμαχίων
  •  Κατατμήσεις ιδιοκτησιών
  •  Οριοθετήσεις ιδιοκτησιών 
  •  Χάραξη ρυμοτομικών και οικοδομικών γραμμών
  •  Χάραξη τεχνικών έργων
  •  Αποτυπώσεις υφιστάμενων κατασκευών
  •  Μετρήσεις υψομέτρων
  •  Αποτυπώσεις μνημείων
  •  Βιομηχανικές αποτυπώσεις 
  •  Έλεγχος μικρομετακινήσεων
  •  Αρχιτεκτονικές, αρχαιολογικές αποτυπώσεις


Τα σημεία αυτά είναι μόνιμα τοποθετημένα στο έδαφος και σκοπός των μετρήσεων είναι να γίνουν γνωστές οι συντεταγμένες τους (Χ,Υ) ως προς ένα ορισμένο σύστημα αναφοράς, καθώς και το υψόμετρό τους επίσης ως προς μια ορισμένη επιφάνεια αναφοράς. Όταν τα σημεία αυτά αποκτήσουν συντεταγμένες στο Κρατικό Σύστημα Αναφοράς και υψόμετρο ως προς τη Μέση Στάθμη της Θάλασσας (ΜΣΘ, όπως αυτή έχει προσδιορισθεί για τη χώρα), καλούνται Τριγωνομετρικά Σημεία.

Η µέση στάθµη της θάλασσας (µ.σ.θ)
Η µέση στάθµη της θάλασσας (µ.σ.θ) µεταβάλλεται µε το χρόνο, περιοδικά, λόγω εποχιακών κυρίως µεταβολών της θερµοκρασίας της θάλασσας, της ατµοσφαιρικής πίεσης και άλλων µετεωρολογικών παραµέτρων (της τάξεως των 20cm στις ελληνικές θάλασσες), αλλά και µε συστηµατικό τρόπο, λόγω µικρών αλλά συνεχών µεταβολών της θερµοκρασίας, της τήξης των πάγων, καθώς και της µεταβολής των ωκεάνιων λεκανών, που οφείλεται σε γεωλογικές αιτίες. Εκτιµάται ότι τα τελευταία 20.000 χρόνια η στάθµη της θάλασσας ανέβηκε περίπου 100m, κυρίως λόγω της τήξης των παγετώνων, ενώ η σηµερινή ανύψωση, είναι της τάξης των 1-2 mm το χρόνο για τη Μεσόγειο.Η µέση στάθµη της θάλασσας προσδιορίζεται µε τη βοήθεια παλιρροιογράφων, που καταγράφουν τη µεταβολή της στάθµης συναρτήσει του χρόνου σε εγκαταστάσεις κατά µήκος των ακτών, ενώ στους ωκεανούς µπορεί να προσδιοριστεί µόνο µε τη βοήθεια τεχνητών δορυφόρων, οι οποίοι από γνωστές θέσεις µετρούν την απόστασή τους από τη επιφάνεια της θάλασσας µε χρήση ειδικών συσκευών ραντάρ. Σήµερα η µ.σ.θ., µπορεί να προσδιοριστεί µε χρήση τεχνητών δορυφόρων σε όλους τους ωκεανούς µε ακρίβεια cm. 
Για να αποκτήσουν τα σημεία αυτά συντεταγμένες στο Κρατικό Σύστημα Αναφοράς και υψόμετρο ως προς τη Μέση Στάθμη της Θάλασσας χρειάζεται να γίνουν κάποιες μετρήσεις με τοπογραφικά όργανα μεταξύ αυτών των σημείων και των σημείων που ορίζουν το Σύστημα Αναφοράς (σημεία εξάρτησης). Τα σημεία αυτά λοιπόν, που ορίζουν το Σύστημα Αναφοράς καλούνται και αυτά Τριγωνομετρικά Σημεία. Είναι τοποθετημένα κυρίως σε κορυφές βουνών ή λόφων, φάρους, τρούλους ή κωδωνοστάσια εκκλησιών κλπ. Σε θέσεις δηλαδή τέτοιες ώστε να είναι ορατά από πολύ μεγάλες αποστάσεις. Τα σημεία αυτά στο σύνολο τους αποτελούν το Τριγωνομετρικό Δίκτυο της χώρας.  Τα σημεία αυτά που αποτελούν το Τριγωνομετρικό Δίκτυο της χώρας τοποθετούνται μόνιμα στο έδαφος και η διαδικασία τοποθέτησής τους ονομάζεται σήμανση των σημείων. 

Η κατασκευή του βάθρου και η υπερύψωση του σημείου στο ύψος του βάθρου ονομάζεται επισήμανση και έχει ως σκοπό τα σημεία αυτά, να είναι ορατά από πολύ μακριά. Τα βάθρα είναι από σκυρόδεμα, ύψους περίπου 1.00 - 1.20 μ. και διαμέτρου περίπου 0.40 μ. και είναι συνήθως είτε κυκλικά είτε τετράγωνα. Τα σημεία αυτά που αποτελούν το Τριγωνομετρικό Δίκτυο της χώρας τοποθετούνται μόνιμα στο έδαφος και η διαδικασία τοποθέτησής τους ονομάζεται σήμανση των σημείων. Η κατασκευή του βάθρου και η υπερύψωση του σημείου στο ύψος του βάθρου ονομάζεται επισήμανση και έχει ως σκοπό τα σημεία αυτά, να είναι ορατά από πολύ μακριά. Τα βάθρα είναι από σκυρόδεμα, ύψους περίπου 1.00 - 1.20 μ. και διαμέτρου περίπου 0.40 μ. και είναι συνήθως είτε κυκλικά είτε τετράγωνα. 

Η κρατική υπηρεσία που έχει αναλάβει την φροντίδα για την ίδρυση, συντήρηση, μέτρηση και υπολογισμό των συντεταγμένων και των υψομέτρων του εθνικού τριγωνομετρικού δικτύου της χώρας ήταν και είναι η Γεωγραφική Υπηρεσία Στρατού (Γ.Υ.Σ.). Από την Γ.Υ.Σ. παρέχεται και κάθε πληροφορία για τις συντεταγμένες και τα υψόμετρα των τριγωνομετρικών σημείων και για τα υψόμετρα των υψομετρικών αφετηριών του υψομετρικού δικτύου της χώρας, που είναι χρήσιμοι σε πολλές μελέτες, κλπ. όπως αναφέραμε.

ΜΕΤΕΩΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΚΛΩΒΟΣ, αρχίζουμε και τον βλέπουμε πολύ συχνά στον Όλυμπο



Ανεβαίνοντας την άνοιξη του 2019 για το καταφύγιο ΚΡΕΒΑΤΙΑ, λίγο προτού το καταφύγιο συναντήσαμε έναν μετεωρολογικό σταθμό σε περιφραγμένο χώρο, λίγο προτού το καταφύγιο. Στην συνέχεια ρωτώντας και ψάχνοντας στο διαδίκτυο ανακαλύψαμε ότι λαθεμένα μιλούσαμε για «μετεωρολογικό σταθμό», αλλά θα έπρεπε να λέμε ορθότερα για «μετεωρολογικό κλωβό». 

Έτσι αποφασίσαμε αφού από αυτούς τους μετεωρολογικούς κλωβούς είναι γεμάτος ο  Όλυμπος να σας ετοιμάσουμε και μία ανάρτηση για να δούμε ποια είναι η χρησιμότητά τους και τι ακριβώς καταγράφουν.

ΜΕΤΕΩΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΚΛΩΒΟΣ
Ο Μετεωρολογικός κλωβός είναι μια ξύλινη κατασκευή (κιβώτιο) που φέρει κιγκλιδωτό σκέπαστρο με διπλές πλευρικές ξύλινες περσίδες και χρησιμεύει στην καταγραφή διάφορων μετεωρολογικών στοιχείων. Βέβαια σήμερα τον συναντάμε και με την μορφή ενός ιστού πάνω στον οποίο είναι αναρτημένα διάφορα όργανα και αισθητήρες. 

Ο κλωβός, με τη σημερινή μορφή του, σχεδιάστηκε από τον Τόμας Στίβενσον (Thomas Stevenson). 

Οι Μετεωρολογικοί κλωβοί περιέχουν διάφορα μετεωρολογικά όργανα όπως θερμόμετρα, ψυχρόμετρα, υγρόμετρα καθώς και αντίστοιχα αυτογραφικά όργανα (όπως θερμογράφο, υγρογράφο και βαρογράφο) που προορίζονται για την παρακολούθηση των μεταβολών της πίεσης, θερμοκρασίας και υγρασίας της ατμόσφαιρας. 

Τις ενδείξεις αυτών των οργάνων λαμβάνουν ανά τακτά χρονικά διαστήματα μετεωρολόγοι ή άλλοι επιφορτισμένοι με τέτοια καθήκοντα υπάλληλοι ή στρατευμένοι οι οποίοι και τις διαβιβάζουν κωδικοποιημένα στη κεντρική μετεωρολογική υπηρεσία της Χώρας όπου βρίσκονται εγκατεστημένοι. Συχνά τοποθετούνται κοντά τους εξατμισήμετρα και βροχόμετρα. 

Η κατασκευή του είναι τέτοια ώστε να προφυλάσσει τα εντός αυτού φερόμενα μετεωρολογικά όργανα κυρίως από τη βροχή και τις ακτίνες του Ήλιου καθώς και από τις επιδράσεις άλλων ετερογενών παραγόντων. Για το λόγο αυτό εγκαθίσταται μακριά από κτίρια και δέντρα. Ο κλωβός τοποθετείται πάντα επάνω σε μεταλλικό ή ξύλινο ικρίωμα (βάση) και σε ύψος τουλάχιστον 1,20 μέτρα από την επιφάνεια του εδάφους. Τα διπλά, κιγκλιδωτά, τοιχώματά του επιτρέπουν στον αέρα να κυκλοφορεί ελεύθερα στο εσωτερικό και ταυτόχρονα προστατεύουν τα όργανα από την απευθείας έκθεση σε ρεύματα αέρα που μπορούν να αλλοιώσουν τις ενδείξεις. Συνήθως η πόρτα του κλωβού βλέπει προς Βορρά προκειμένου να μην πέφτει ηλιακή ακτινοβολία στα όργανα όταν οι πόρτες είναι ανοιχτές και γίνονται μετρήσεις. 

Με μετεωρολογικό κλωβό είναι εφοδιασμένοι όλοι οι Μετεωρολογικοί σταθμοί. Στις μεγαλουπόλεις παρατηρείται εγκατάσταση περισσοτέρων του ενός προκειμένου οι λαμβανόμενες ενδείξεις να ανταποκρίνονται καλύτερα στην πραγματικότητα και να μην εξαρτώνται από τις συνθήκες μιας γειτονιάς. Συνήθως εγκαθίστανται σε αεροδρόμια, αλλά μπορεί να υπάρχουν και σε Πανεπιστημιουπόλεις ή κτίρια σχολών. Μετεωρολογικούς κλωβούς φέρουν επίσης πολλά πλοία, κυρίως κρουαζιερόπλοια, μεγάλα πολεμικά πλοία και βεβαίως όλα τα ερευνητικά επιστημονικά πλοία. 

Οι Μετεωρολογικοί κλωβοί των πλοίων δεν βρίσκονται σε μόνιμη εξωτερική εγκατάσταση. Πριν τη μέτρηση των ενδείξεων μεταφέρονται εκτός στεγασμένου χώρου, κρεμιόνται σε ύψος 2 μέτρων πάνω από το κατάστρωμα, πάντα στη "προσήνεμη πλευρά" (από εκεί που φυσάει), έτσι ώστε να διατηρούν συνεχή κάθετη θέση μη υποκείμενα στους κλυδωνισμούς.


ΚΡΟΚΟΣ, το πολύτιμο αγριολούλουδο του Ολύμπου



Πόσοι από εμάς τους σχετικά άσχετους με την βοτανολογία δεν εκπλαγήκαμε όταν ρωτώντας κάποιον φυσιολάτρη ενώ περπατούσαμε στις πλαγιές του Ολύμπου «τι αγριολούλουδο είναι αυτό» μας απάντησε ότι είναι Κρόκος. Και η έκπληξη μεγαλώνει ακόμη περισσότερο όταν στην επόμενη κλασσική ερώτηση «ποια είναι η σχέση του κρόκου του Ολύμπου με τον Κρόκο της Κοζάνης» όταν μας απαντούν ότι στην ουσία είναι το ίδιο πράγμα. Άρα ο Όλυμπος έχει στα σπλάχνα του κάτι πολύτιμο, τον Κρόκο για τον οποίο άλλοι πληρώνουν χιλιάδες ευρώ, και να ήταν μόνο αυτό το πολύτιμο που έχει……………. Ας δούμε τι συγκεντρώσαμε για τον Κρόκο κυρίως από το διαδίκτυο και άλλη φορά να είμαστε προσεκτικοί που πατάμε όταν πεζοπορούμε στον ορεινό γίγαντα της Ελλάδας, τον Όλυμπο.

ΚΡΟΚΟΣ
Οι κρόκοι είναι από τα ωραιότερα αγριολούλουδα της ελληνικής φύσης. Ανθίζουν σχεδόν ολόκληρο τον χρόνο, αρχίζοντας το φθινόπωρο από τα νότια και τα χαμηλά για να συνεχίσουν χειμώνα, άνοιξη και καλοκαίρι στα ψηλά βουνά και την ορεινή ζώνη. Από πού πήρε το όνομά του, πού φύεται και πότε ανθίζει ο ήμερος και ο άγριος κρόκος; Ας τα δούμε όλα παρακάτω. 

Οι κρόκοι που δίνουν το «σαφράν» ή «ζαφορά» είναι οι φθινοπωρινοί, που έχουν πολύ μεγάλο ύπερο χωρισμένο σε επιμήκη στίγματα. Από τα στίγματα αυτά παράγεται το σαφράν, το οποίο ανάλογα με την χρήση του είναι πανάκριβο άρτυμα, φάρμακο ή χρωστική ύλη που δίνει ένα πολύ λαμπερό κίτρινο χρώμα. Από την περσική λέξη azafran ή την αραβική zafaran προέρχονται οι ευρωπαϊκές λέξεις για τα στίγματα του κρόκου, όπως ζαφορά στη νεοελληνική γλώσσα, σαφράν (saffran) στην γαλλική, zaferano στην ιταλική, κοκ. Η χρήση του κρόκου στην Ελλάδα και τον πολιτισμό του Αιγαίου είναι πανάρχαια. Ως άρτυμα και χρωστική ύλη αναγράφεται στις πινακίδες με την Γραμμική Β’ γραφή της ελληνικής γλώσσας. Ως διακοσμητικό μοτίβο υπάρχει σε πλήθος τοιχογραφιών και ευρημάτων από τον «μινωικό» και «κυκλαδικό» πολιτισμό. Διάσημη είναι η τοιχογραφία με της κροκοσυλλέκτριες (16ος αιώνας π.Χ.) από το Ακρωτήρι της Θήρας. Στη Θήρα και σε ορισμένα άλλα νησιά, ο άγριος κρόκος ή ζαφορά, συλλέγεται ως και τις μέρες μας. Αλλού, όπως στην Κρήτη, η χρήση των κρόκων έχει ξεχαστεί. Ο ήμερος κρόκος (Crocus sativus) της Κοζάνης είναι στείρο φυτό και αναπαράγεται μόνο βλαστητικά. Στις αρχές του 17ου αιώνα έφεραν βολβούς του στην περιοχή Κοζανίτες έμποροι και από τότε άρχισε η καλλιέργειά του. Ο άγριος κρόκος είναι πρόγονος του καλλιεργήσιμου και ονομάζεται κρόκος του Καρτράιτ (cartwrightianus). Ο άγγλος πρόξενος στην Κωνσταντινούπολη Καρτράιτ έστειλε ένα τέτοιο κρόκο από την Τήνο στον βοτανολόγο Χέρμπερτ. Αυτός δημοσίευσε την επιστημονική του περιγραφή και για να τιμήσει τον πρόξενο έδωσε στο φυτό τ’ όνομά του. Ο καρτραϊκός κρόκος είναι ίδιος με τον ήμερο αλλά πιο μικρός. Είναι ενδημικό φυτό Αττικής, Κυκλάδων και Δυτικής Κρήτης. Ανθίζει Οκτώβριο-Δεκέμβριο σε βραχώδεις λοφοπλαγιές, χαμηλούς θαμνότοπους και αραιά πευκοδάση. Φύεται από τις παραθαλάσσιες περιοχές μέχρι τα 1.000 μέτρα. Ο κρόκος των κρητικών ορέων (oreocreticus) μοιάζει πολύ με τον καρτραϊκό. Φυτρώνει σε μεγάλα υψόμετρα στα βουνά της Κρήτης (Ψηλορείτης, Δίκτη, Θρυπτή) το φθινόπωρο. 

Ο κρόκος του Τουρνεφόρ (turnefortii) είναι αυτός που κατ’ εξοχήν ονομάζεται ζαφορά στις Κυκλάδες. Ονομάστηκε έτσι προς τιμήν του γάλλου βοτανολόγου Πιτόν ντεΤουρνεφόρ που περιέγραψε πολλά φυτά του Αιγαίου γύρω στο 1700. Ο τουρνεφόρτιος κρόκος ανθίζει από Σεπτέμβριο μέχρι Νοέμβριο σε Δωδεκάνησα, Κρήτη, Κυκλάδες και Ύδρα σε πετρώδεις τοποθεσίες, ρωγμές βράχων και φρυγανότοπους, από το επίπεδο της θάλασσας μέχρι τα 650 μέτρα. Τα κόκκινα στίγματα του είναι πολύ μεγάλα και διακλαδίζονται σε δεκάδες νημάτια. Μεγάλα στίγματα έχει και ο κρόκος ο εσχαρωτός (Crocus cancellatus υποείδος mazziaricus) που ανθίζει από τον Σεπτέμβριο στην κυρίως χώρα, Εύβοια, Νάξο, Ηρακλειά, Πελοπόννησο, Ιόνια νησιά από το επίπεδο της θάλασσας μέχρι τα 1.500 μέτρα σε βραχώδεις πλαγιές και θαμνότοπους. Αυτοί οι τρεις φθινοπωρινοί κρόκοι (κατρταϊκός, τουρνεφόρτιος και εσχαρωτός) έχουν μεγάλα στίγματα, όπως ο ήμερος κρόκος της Κοζάνης και μπορούν να αποδώσουν σαφράν. Με την εμπειρία και το παράδειγμα των κροκοπαραγωγών της Κοζάνης, πολλά νησιά του Αιγαίου θα μπορούσαν να εκμεταλλευτούν τα φτωχά εδάφη τους με την καλλιέργεια κρόκων από τα είδη που είναι αυτοφυή και ενδημικά στα νησιά και να έχουν παραγωγή σαφράν αντί να έχουν παραδώσει τα νησιά στα κατσίκια. Οι κρόκοι είναι φυτά ευρωασιατικά. Εξαπλώνονται από την Πορτογαλία μέχρι την δυτική Κίνα και περιλαμβάνουν 80 είδη. Η πλειονότητά τους συγκεντρώνεται στην βορειοανατολική Μεσόγειο και κυρίως στην Τουρκία και την Ελλάδα. Στη χώρα μας ευδοκιμούν 21 είδη αυτοφυών κρόκων. Aπό  αυτά τα 9 είναι ενδημικά. Εκτός από τα τρία αιγαιοπελαγίτικα είδη που δίνουν την ζαφορά, υπάρχουν και κρόκοι που έχουν μεγάλη αισθητική αξία και καλλιεργούνται σαν καλλωπιστικοί. Δύο από τους ωραιότερους ελληνικούς κρόκους είναι ενδημικοί της νοτιοανατολικής Πελοποννήσου και κυρίως της Μάνης. Μέσα από το σκληρό φθινοπωρινό και χειμωνιάτικο τοπίο της Μάνης ξεπετάγονται ο πανέμορφος κρόκος ο χιονώδης και ο εκπληκτικός κρόκος του Γουλιμή. Οι βολβοί τους αποτελούν αντικείμενο λεηλασίας από τους ξένους και μοσχοπωλούνται ως σπάνια καλλωπιστικά φυτά στην Ευρώπη και κυρίως στην Αγγλία. Ο κρόκος γνωστός και με τις ονομασίες ζαφορά και σαφράνι είναι φυτό από το οποίο παράγεται ένα από τα πιο ακριβά μπαχαρικά που υπάρχουν στον κόσμο. Το σαφράν προέρχεται από τον ύπερο του άνθους του φυτού κρόκος, η επιστημονική ονομασία του οποίου είναι Κρόκος ο ήμερος (Crocus sativus) το οποίο ανήκει στην οικογένεια των Ιριδοειδών (Iridaceae). Το φυτό του κρόκου αποτελεί φυσική μετάλλαξη που συνέβη πριν από πολλά χρόνια σε περιοχές της Περσίας και της λεκάνης της Μεσογείου. 

Ανήκει στην κατηγορία των τριπλοειδών φυτών, πράγμα που σημαίνει ότι είναι στείρο και δεν μπορεί να αναπαραχθεί εγγενώς. Δεν παράγει σπόρους. Ο μόνος τρόπος για την αναπαραγωγή του είναι μέσω της διάσπασης και σποράς των βολβών του. Η διαδικασία αναπαραγωγής του είναι περίπου ίδια με αυτής του σκόρδου. Ο ένας βολβός παράγει νέους βολβούς και αυτοί μπορούν να δώσουν νέα φυτά όταν φυτευθούν. Η ιστορία του κρόκου ξεκινάει από την Ανατολή. Αναφορές χρήσης του φυτού αυτού βρίσκονται στην Μικρά Ασία καθώς και στην Αρχαία Αίγυπτο όπου χρησιμοποιούνταν ως αρωματικό από την βασίλισσα Κλεοπάτρα και από άλλους Φαραώ ως αρωματική και σαγηνευτική ουσία. Διαδεδομένη ήταν η χρήση του και σε ναούς και ιερά μέρη ως αρωματική ουσία. Η χρήση τού κρόκου απαντάται στην Μινωική αλλά και στην Κλασική Ελλάδα όπου χρησιμοποιείτο ως αρωματικό καθώς και ως χρωστική ουσία. Τοιχογραφίες που παρουσιάζουν λουλούδια κρόκου μπορεί κανείς να βρει στις ανασκαφές των Μινωικών Ανακτόρων. Επίσης χαρακτηριστική είναι η τοιχογραφία με τις κροκοσυλλέκτριες που εκτίθεται στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο Αθηνών. Στους αρχαίους Έλληνες ήταν γνωστές και οι φαρμακευτικές ιδιότητες του κρόκου καθώς το χρησιμοποιούσαν για να καταπολεμήσουν την αϋπνία και τα δυσάρεστα αποτελέσματα της μέθης από το κρασί. Επίσης χρησιμοποιείτο ως άρωμα στα λουτρά αλλά και ως αφροδισιακό. 

Οι Άραβες χρησιμοποιούσαν τον κρόκο ως αναισθητικό και είναι αυτοί που το εισήγαγαν στην Ισπανία τον δέκατο αιώνα. Αποτέλεσε βασικό συστατικό πάνω στο οποίο χτίστηκε η Ενετική αυτοκρατορία καθώς ήταν ένα από τα εμπορικά κέντρα. Σήμερα χρησιμοποιείται σε όλο το κόσμο στην ζαχαροπλαστική, στην αρτοποιία καθώς και ως μέρος διαφόρων διασήμων πιάτων όπως για παράδειγμα η ισπανική παέγια. Η καλλιέργεια του κρόκου απαιτεί ακραίες κλιματικές συνθήκες. Χρειάζεται ξηρό και θερμό καιρό το καλοκαίρι και κρύο τον χειμώνα. Η γη στην οποία θα καλλιεργηθεί θα πρέπει να είναι ξηρή, ασβεστώδης, επίπεδη και χωρίς δένδρα. Το έδαφος πρέπει να είναι καλά στραγγιζόμενο ώστε να απομακρύνεται το νερό και να αποφεύγονται έτσι πιθανές προσβολές μυκήτων στους βολβούς που θα έχουν ως αποτέλεσμα το σάπισμα τους. Η σπορά γίνεται τους μήνες Ιούνιο και Ιούλιο. Η σπορά γίνεται με την τοποθέτηση των βολβών σε αυλάκια βάθους 20 εκατοστών και σε απόσταση 10 εκατοστών μεταξύ τους. 

Η συγκομιδή γίνεται στα τέλη Οκτωβρίου με αρχές Νοεμβρίου. Το λουλούδι τού φυτού ανοίγει την αυγή και πρέπει να μείνει κατά το δυνατόν λιγότερο πάνω στο φυτό διότι μαραίνεται γρήγορα και τα στίγματα χάνουν το χρώμα και το άρωμα τους. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η συγκομιδή ξεκινά όταν ξημερώσει έως την 10η πρωινή. Μόλις τα λουλούδια μαζευτούν γίνεται διαχωρισμός τού στίγματος από το υπόλοιπο λουλούδι. Υπολογίζεται ότι χρειάζονται 85000 λουλούδια για να συγκομισθεί ένα κιλό από φρέσκα στίγματα κρόκου. Μετά το τέλος της συγκομιδής τα στίγματα πρέπει να αποξηρανθούν για να μπορούν να διατηρηθούν για μεγάλο χρονικό διάστημα. Κατά αυτή την διαδικασία ο φρέσκος κρόκος χάνει περίπου τα 4/5 του αρχικού του βάρους και αποκτά το χαρακτηριστικό του κόκκινο χρώμα. Από ένα κιλό φρέσκα στίγματα κρόκου το τελικό προϊόν είναι 200 γραμμάρια αποξηραμένων στιγμάτων. 

Τα αποξηραμένα στίγματα για να διατηρήσουν τα χαρακτηριστικά τους πρέπει να αποθηκευτούν και να προστατευθούν από την υγρασία, το ηλιακό φως και τη θερμότητα. Ο κρόκος καλλιεργείται στην Ισπανία, στη Σικελία, στο Ιράν και στο Κασμίρ, ενώ στην Ελλάδα κυρίως στην περιοχή Κρόκος της Κοζάνης και είναι εκλεκτής ποιότητας. Αυτοφυής συναντάται σε χέρσους και ακαλλιέργητους αγρούς στις Κυκλάδες και κυρίως τη Σύρο, την Τήνο, την Μύκονο, την Αστυπάλαια και τη Δήλο. Το χωριό Κρόκος στον Νομό Κοζάνης βρίσκεται η μοναδική κροκοκαλλιεργούμενη περιοχή της Ελλάδας, στην οποία γίνεται συστηματική καλλιέργεια του φυτού που ξεκίνησε από τον 17ο αιώνα. Ο κρόκος Κοζάνης ως καρύκευμα, είναι φημισμένος σε παγκόσμια κλίμακα λόγω της έντονης γεύσης και ποιότητας χρώματος, και αποτελεί προστατευόμενη ονομασία προέλευσης στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Από το 2017 άρχισε να καλλιεργείται κρόκος και στο Νέο Σκοπό Σερρών. Ο διεθνής οργανισμός έχει θεσπίσει συγκεκριμένα χαρακτηριστικά και κανόνες με βάση τα οποία ο κρόκος κατατάσσεται σε διαφορετικές κατηγορίες ποιότητας. Περιέχει πτητικά έλαια, γλυκοζίτες και βιταμίνες Β1, Β2, Β12, πικροκροκίνη και κροκίνη. Επίσης, περιέχει λυκοπίνη, ζεαξανθίνη, α-β καροτένιο καθώς και βιταμίνη C, σίδηρο, κάλιο και μαγνήσιο.

ΚΡΟΚΟΣ: ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΑΙ ΠΑΡΑΔΟΣΗ
Ο Κρόκος σύμφωνα με τη μυθολογία ήταν φίλος του θεού Ερμή. Παίζοντας με το θεό δισκοβολία, ο νέος τραυματίστηκε θανάσιμα. Από το αίμα του φύτρωσε ένα μικροσκοπικό λουλούδι με λαμπερούς στήμονες. Σύμφωνα με τη μυθολογία, επίσης, όταν οι θεοί Δίας και Ήρα έκαναν έρωτα, η γη γέμιζε με ανθισμένους κρόκους. Παρ’ όλο που ο κρόκος έχει εκτιμηθεί ως πολύχρωμος προάγγελος της άνοιξης, οι μυθικές ιδιότητές του προέρχονται από τα φύλλα ή τις κλωστές του κρόκου. 


Προϊστορικά σπήλαια στο Ιράκ είναι διακοσμημένα με έργα ζωγραφικής ηλικίας 50.000 ετών που φτιάχτηκαν με χρωστικές από κρόκο. Στην αρχαία Κρήτη, το φυτό κρόκος καλλιεργείτο από τους Μινωίτες σε ειδικά «ζαφοροκήπια» για τα χρυσόχρωμα στίγματα του υπέρου του, τα οποία και χρησιμοποιούσαν στη βαφική τέχνη αλλά και στη μαγειρική. Πατρίδα, όμως, του κρόκου θεωρείται η αρχαία Μεσοποταμία. Αναφορές χρήσης του φυτού αυτού βρίσκονται στην Μικρά Ασία καθώς και στην Αρχαία Αίγυπτο όπου χρησιμοποιούνταν από την βασίλισσα Κλεοπάτρα και από άλλους Φαραώ ως αρωματική και σαγηνευτική ουσία. Οι Άραβες χρησιμοποιούσαν τον κρόκο ως αναισθητικό και είναι αυτοί που το εισήγαγαν στην Ισπανία τον δέκατο αιώνα. 

Ο Στράβωνας και ο Διοσκουρίδης αναφέρουν τις φαρμακευτικές, καρυκευτικές και βαφικές ιδιότητές του, ενώ ο Θεόφραστος κάνει λόγο για το «κρόκινο μύρον», το οποίο λαμβάνεται από το φυτό. Ο Διοσκουρίδης επίσης, τον συνιστούσε για παθήσεις τη μήτρας, ενώ ο Γαληνός, για τους πόνους των ματιών. Η ουσία αυτή είχε τεράστια οικονομική σημασία ήδη από το 1600 π.Χ. 

Τα άνθη του κρόκου, τόσο στην αρχαία Ελλάδα όσο και στη Ρώμη, στόλιζαν τις δημόσιες αίθουσες, τα λουτρά και τα θέατρα. Στην Ευρώπη το φυτό καλλιεργήθηκε συστηματικά για πρώτη φορά από τους Μαυριτανούς στην Ισπανία, απ΄όπου και εξάγονταν τεράστιες ποσότητες στην Περσία, τη Μικρά Ασία και την Κίνα.

ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΕΣ ΔΡΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΧΡΗΣΕΙΣ ΤΟΥ ΚΡΟΚΟΥ
  • Σε διαταραχές άγχους
  • Στην ασθενοζωοσπερμία (πολύ χαμηλή κινητικότητα των σπερματοζωαρίων)
  • Στην καρδιακή υπερτροφία
  •  Στην ηπατοτοξικότητα λόγω χημειοθεραπείας
  •  Στον καρκίνο του παχέος εντέρου
  •  Στη διαβητική νευροπάθεια
  •  Στη δυσμηνόρροια
  •  Στη στυτική δυσλειτουργία
  •  Στην υπέρταση
  •  Στις φλεγμονές
  •  Στον καρκίνο του ήπατος
  •  Στην απόφραξη της μέσης εγκεφαλικής αρτηρίας
  •  Στη σκλήρυνση κατά πλάκας
  •  Στην εξάρτηση από οπιοειδή
  •  Στον καρκίνο του παγκρέατος
  •  Στην ψωρίαση
  •  Σε παθήσεις του αναπνευστικού συστήματος
  • Στην επούλωση τραυμάτων


ΚΡΟΚΟΣ ΚΑΙ ΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΑ
Ο Κρόκος έχει αποδειχτεί ότι ρυθμίζει τουλάχιστον 22 βιολογικές οδούς μέσω των ακόλουθων φαρμακολογικών δράσεων
  • Αγχολυτική
  •  Αντιφλεγμονώδης
  •  Αντικαρκινική
  •  Αντικαταθλιπτικη
  •  Αντιμεταλλαξιογόνος
  •  Αντιοξειδωτική
  •  Αντιπολλαπλασιαστική
  •  Αφροδισιακή
  •  Αποπτωτική
  •  Βρογχοδιασταλτική
  •  Αναστολέας των διαύλων ασβεστίου
  •  Καρδιοπροστατευτική
  •  Χημειοαποτρεπτική
  •  Χημειοθεραπευτική
  •  Αναστολέας της κυκλοοξυγενάσης
  •  Αγωνιστής υποδοχέων διεγερτικών αμινοξέων
  •  Υπνωτική και κατασταλτική δράση
  •  Υποτασική δράση
  •  Νευροπροστατευτική δράση
  •  Ανταγωνιστής υποδοχέων προσταγλανδίνης
  •  Αναστολέας του παράγοντα νέκρωσης όγκων Α



Κατάθλιψη και κρόκος
Το σαφράν ανακουφίζει από πολλές ψυχιατρικές παθήσεις. Οι γιατροί της περσικής παραδοσιακής ιατρικής το χρησιμοποιούν για τη θεραπεία της κατάθλιψης ενώ διάφορες μελέτες επιβεβαιώνουν την πρακτική αυτή.  Το σαφράν έχει επίσης αποδειχτεί ότι είναι εξίσου αποτελεσματικό με το φάρμακο για την κατάθλιψη ιμιπραμίνη (Trafanil) στην ήπια ως μέτρια κατάθλιψη και με λιγότερες παρενέργειες. Σε μια μετα-ανάλυση 5 τυχαιοποιημένων μελετών βρέθηκε ότι το σαφράν είναι αποτελεσματικό στη θεραπεία των μειζόνων καταθλιπτικών διαταραχών σε σύγκριση με ένα εικονικό φάρμακο.

Το σαφράν στην κορυφή της λίστας των αφροδισιακών τροφών
Πρόσφατη Καναδική μελέτη κατέταξε τον κρόκο στην κορυφή της λίστας των αφροδισιακών τροφών Το κρασί και η σοκολάτα φαίνεται επίσης να έχουν αφροδισιακές ιδιότητες, όμως αυτές βρίσκονται κυρίως στο μυαλό, καθώς επηρεάζουν το επίπεδο των ενδορφινών και της σεροτονίνης στον εγκέφαλο. Τη μελέτη έκαναν ειδικοί από το Πανεπιστήμιο του Γκελφ στο Οντάριο του Καναδά, με επικεφαλής τον καθηγητή Μάσιμο Μαρκόνε της Σχολής Επιστημών Τροφίμων.

ΑΝΕΜΩΝΗ, το αγριολούλουδο των λιβαδιών του Ολύμπου.



Όσοι έχετε περπατήσει στις πλαγιές του Ολύμπου σίγουρα θα έχει σταματήσει το βλέμμα σας σε ένα όμορφο μικρό αγριολούλουδο που κάνει την εμφάνισή του πολύ νωρίς την άνοιξη. Πρόκειται για την ανεμώνη, για αυτήν θα σας μιλήσουμε στην παρακάτω ανάρτηση.

ΑΝΕΜΩΝΗ το φυτό των λειβαδιών του Ολύμπου
Η ανεμώνη ή ανεμώνα είναι αγγειόσπερμο, δικοτυλήδονο φυτό, ανήκει δε στην οικογένεια των Βατραχιίδων ή Ρανουγκουλίδων της τάξης των Βατραχιωδών . 

Η ανεμώνη είναι κονδυλώδες φυτό, χαμηλό σε ύψος, με εντυπωσιακά μεγάλα άνθη. Η καταγωγή της είναι από τις περιοχές του βόρειου ημισφαιρίου, ενώ υπάρχουν είδη που είναι ενδημικά και των δικών μας περιοχών. Στο γένος Anemone ταξινομούνται περισσότερα από 120 είδη. 

Στην οικογένεια Ranunculaceae ανήκουν 1700 είδη, μεταξύ των οποίων αρκετά σημαντικά καλλωπιστικά φυτά όπως οι νεραγκούλες, τα δελφίνια, οι κληματίδες.

Εκτός από τα είδη Anemone coronaria και A. japonica για καλλωπιστικούς λόγους μπορεί να χρησιμοποιηθεί η A. blanda (ελληνική ανεμώνη), η A. hortensis, A. ranunculoides(με όμορφα κίτρινα άνθη) και άλλες. 

Η ετυμολογία της λέξεις ανεμώνη φαίνεται ότι προέρχεται από την ελληνική λέξη άνεμος εξαιτίας της ικανότητας ορισμένων ειδών να επιβιώνουν σε ανεμόπληκτες περιοχές.

Το όνομα της ανεμώνης σημαίνει την ιδιαιτερότητα του φυτού, το οποίο αρέσκεται να ριζώνει εκεί όπου φυσούν ψυχροί άνεμοι, που βοηθούν τα μπουμπούκια του να ανθίσουν αλλά και με μια ριπή τους παρασύρουν τα πέταλα του λουλουδιού μακριά. 

Είναι εξαπλωμένη σε ολόκληρο τον κόσμο, είτε ως αυτοφυής είτε ως καλλιεργούμενη, αλλά βασικά βρίσκεται στις δασικές εκτάσεις και τα λιβάδια των βόρειων και εύκρατων περιοχών. 

Η ονομασία ανεμώνη προέρχεται από τη λέξη άνεμος εξ αιτίας της υπόθεσης που έκαναν οι Αρχαίοι Έλληνες ότι τα φυτά αυτά άνθιζαν μόνον όταν φυσούσε άνεμος. Υπάρχουν 150 περίπου είδη ανεμώνης. 

Πολλές ποικιλίες καλλιεργούνται σε κήπους και πάρκα για τα όμορφα άνθη τους. 

Από τα αυτοφυή είδη αρκετά είναι δηλητηριώδη. 

Η ανεμώνη, όμως τρώγεται εάν βραστεί στους 100 βαθμούς ή εάν τσιγαριστεί μαζί με μισό κιλό κρεμμύδι. Επίσης είναι γέμιση για παραδοσιακή πίτα του Ουζμπεκιστάν.

ΕΙΔΗ ΑΝΕΜΩΝΗΣ
Τα κυριότερα είδη ανεμώνης είναι:
  • Από τα καλλιεργούμενα καλλωπιστικά είδη το πιο γνωστό είναι η Ανεμώνη η στεφανωματική (Anemone coronaria). Το φυτό ανθίζει το χειμώνα και το καλοκαίρι ξεραίνονται οι βλαστοί του ενώ πολλαπλασιάζεται με κονδύλους. Η λίπανση θεωρείται απαραίτητη για την καλή παραγωγή ανθέων, ενώ η νυχτερινή θερμοκρασία πρέπει να είναι γύρω στους 5-6 βαθμούς με αρκετή υγρασία. Τα άνθη της ανεμώνης αυτής είναι δύο ειδών, είτε διπλά , είτε πολλαπλά όπως τα χρυσάνθεμα.
  • Ανεμώνη η ταόμορφος (Anemone pavonina). Πολύ κοινή στην Ελλάδα, φύεται σε λιβάδια και χωράφια. Πολυετές, ποώδες φυτό με ρίζα κονδυλώδη, ανθίζει την άνοιξη και τα άνθη της έχουν έντονο κόκκινο χρώμα.
  • Ανεμώνη η δασόφιλος (anemone nemorosa - wood anemone). Πολυετές, ποώδες φυτό με ισχυρό ρίζωμα που έρπει. Τα άνθη της έχουν λευκό χρώμα και βγαίνουν από το Φεβρουάριο μέχρι τον Απρίλιο. Φύεται σε δάση και χαράδρες της ηπειρωτικής Ελλάδας.
  • Ανεμώνη η κηπαία (Anemone hortensis). Χνουδωτό, ποώδες φυτό έχει κονδυλώδες ρίζωμα. Τα φύλλα της ανεμώνης αυτής είναι παλαμοειδή και φέρουν 3 λοβούς. Καλλιεργείται ως καλλωπιστικό σε πάρκα και κήπους. Τα άνθη της έχουν χρώμα γαλάζιο, κόκκινο ή λευκό. Κάποιοι θεωρούν ότι είναι η άγρια ανεμώνη της αρχαίας Ελλάδας.


  • Ανεμώνη η πουλσατίλη (Anemone pulsatilla - Pulsatilla vulgaris). Ονομάζεται και ανεμώνη της Λαμπρής. Έχει τριχωτούς και μεταξωτούς βλαστούς και βρίσκεται σε περιοχές της κεντρικής Ευρώπης. Έχει πολυάριθμα μικρά φυλλαράκια σχισμένα σε ταινίες και μεγαλύτερα φτερωτά φύλλα. Καλλιεργείται και ως καλλωπιστικό σε διάφορες χρωματικές παραλλαγές.
  • Ανεμώνη η μαλακή. Βρίσκεται σε διάφορες περιοχές της Ασίας και κυρίως στην Ιαπωνία. Τρώγεται και σαν σαλατικό, καλλιεργείται σαν καλλωπιστικό σε γλάστρες.
  • Ανεμώνη η ιαπωνική (Anemone japonica) - (Anemone hupehensis). Με καταγωγή από την Κίνα και την Ιαπωνία είναι πολύ διαδεδομένο καλλωπιστικό στις περιοχές αυτές.




Μονή ΑΓΙΑΣ ΤΡΙΑΔΑΣ ΒΡΟΝΤΟΥΣ



Όποιοι περπατάμε στα καταπράσινα μονοπάτια της βόρειας πλευράς του Ολύμπου σίγουρα έχουμε περάσει από την ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΑΓΙΑΣ ΤΡΙΑΔΑΣ κοντά στον οικισμό της Βροντού. Δεν είναι κάποιο μεγάλο μοναστήρι με πολλούς μοναχούς, αλλά ένα απλό και ταπεινό εξωκλήσι με "βαρειά" όμως ιστορία και υπέροχη θέα. Ας δούμε τι μπορέσαμε να μάθουμε για αυτό.
H Ιερά Μονή Αγίας Τριάδας βρίσκεται στην περιοχή του βόρειου Ολύμπου, σε απόσταση περίπου 4 χλμ. από τη Βροντού και σε υψόμετρο 500 μέτρων από το επίπεδο της θάλασσας. 

Κτισμένη πάνω στο βράχο, σε μια απότομη πλαγιά, η Μονή της Αγίας Τριάδας χτίστηκε το 14ο αιώνα. Σήμερα είναι ένα εξωκλήσι αφού δεν την επανδρώνουν μοναχοί,και συγκεντρώνει πλήθος επισκεπτών, οι οποίοι εντυπωσιάζονται από την θέα προς τις απότομες βουνοκορφές του Ολύμπου. Βρίσκεται στην έξοδο ενός μεγάλου ρέματος, του  «ρέμα Παπά»του Ολύμπου. 

Από εδώ ξεκινούν δυο σημαντικά ορειβατικά μονοπάτια προς τον Όλυμπο, το πρώτο προς το καταφύγιο ΚΡΕΒΑΤΙΑ και το δεύτερο προς την δασική θέση Παπά Αλώνη. 

Η εκκλησία είναι κτισμένη σε τέτοιο σημείο, ώστε να έχει ορατότητα προς την Παναγία της Κονταριώτισσας και αυτή με τη σειρά της με τη Μονή του Αγίου Διονυσίου του Ολύμπου και με την επισκοπή Πέτρας. Σύμφωνα με προφορικές μαρτυρίες υπήρχε ένα είδος επικοινωνίας με φωτιές, για να ενημερώνονται οι κάτοικοι των περιοχών αυτών για τις κινήσεις των Τούρκων. 

Το μικρό κτίσμα της μονής είναι κτίσμα Βυζαντινής εποχής του 14ου αιώνα. 

Διατηρούνται ακόμα στο εσωτερικό του δύο στρώματα από αγιογραφίες . Η πρώτη έγινε το 1350 και η δεύτερη το 1650. 

Κάηκε κατά λάθος στη δεκαετία του 1960 από αναμμένα κεριά. Η εκκλησία παλιά ήταν μοναστήρι .Το πρώτο μέρος της εκκλησίας ήταν χωρισμένο σε δύο ορόφους . Μια σκάλα , η οποία κάηκε και δεν υπάρχει σήμερα, οδηγούσε στον πάνω όροφο όπου ήταν τα κελιά που έμεναν οι καλόγεροι. 

Το γραφικό εκκλησάκι της Αγίας Τριάδας, είναι ότι απέμεινε από το ομώνυμο μεγάλο και φημισμένο βυζαντινό μοναστήρι του 14ου αιώνα.